- αυτοσυντήρηση
- αυτοσυντήρηση, η και αυτοσυντηρησία, ηη ορμή κάθε ατόμου για συντήρηση και εξασφάλιση της ύπαρξής του: Η αυτοσυντηρησία είναι έμφυτη σε κάθε οργανισμό.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.